Δύο χρόνια συμπληρώθηκαν πλέον από την νύχτα που το αλιευτικό Adrianna βούλιαξε στα ανοιχτά της Πύλου παίρνοντας μαζί του στο βυθό του Αιγαίου εκατοντάδες ανθρώπους, οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν εντοπίστηκαν ποτέ μέχρι σήμερα. Παρότι πλέον διώκονται 17 στελέχη του Λιμενικού, μια σειρά στοιχείων δεν έχουν μέχρι σήμερα πάει στη Δικαιοσύνη.
Η υπόθεση της Πύλου είχε πρόσφατα και μετά από διετή προσπάθεια των δικηγόρων και των οργανώσεων μια σημαντική εξέλιξη, καθώς στα μέσα Μαϊου ασκήθηκε ποινική δίωξη για τέσσερις πράξεις κακουργηματικού χαρακτήρα σε 17 στελέχη του Λιμενικού, τα οποία θα βρεθούν το επόμενο διάστημα ενώπιον του ανακριτή, προκειμένου να καταθέσουν.
Ωστόσο, σε Συνέντευξη Τύπου που έδωσαν την Πέμπτη οι οργανώσεις και οι δικηγόροι που εκπροσωπούν τους επιζώντες, επεσήμαναν ξανά τα σημαντικά στοιχεία που μέχρι σήμερα δεν έχουν δοθεί στη Δικαιοσύνη από το Λιμενικό, την απουσία των οποίων επεσήμανε στο Πόρισμά του και ο Συνήγορος του Πολίτη. Ενημέρωσαν επίσης πως προσέβαλαν νομικά την απόφαση αρχειοθέτησης της υπόθεσης για 4 κρίσιμα στελέχη του Λιμενικού.
Υπενθυμίζεται πως στις 22 Φεβρουαρίου, το News 24/7 είχε αποκαλύψει ηχητικές καταγραφές του Λιμενικού από τις ώρες του ναυαγίου οι οποίες δημιουργούν σοβαρά ερωτήματα για τους χειρισμούς που έγιναν πριν το υπερφορτωμένο με περίπου 750 μετανάστες αλιευτικό, καταλήξει στον βυθό της θάλασσας. Στις ηχογραφήσεις ακούγεται αξιωματικός του Ενιαίου Κέντρου Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης (ΕΚΣΕΔ) ο οποίος φαίνεται να υπαγορεύει στον καπετάνιο του υπερφορτωμένου αλιευτικού να πει στα πλοία που έσπευδαν για βοήθεια πως “δεν θέλει να πάει στην Ελλάδα”.
«Ασκήσαμε έφεση και ζητάμε ποινική δίωξη και των 4»
«Εξετάστηκαν συνολικά 26 μηνυτές που επιβεβαίωσαν όσα αναφέραμε στη μήνυση» είπε στη Συνέντευξη Τύπου ο Βασίλης Παπαδόπουλος, δικηγόρος του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ). «Η διαδικασία ολοκληρώθηκε στα τέλη του 2024 και είχαμε καταγγείλει ότι η προκαταρκτική ήταν ατελής και κατέληγε να αποδίδει ευθύνες μόνο στο πλήρωμα του σκάφους του λιμενικού για τη ρυμούλκηση, αφήνοντας απέξω τους αρμόδιους του λιμενικού σώματος.
Ερευνήθηκαν τα κινητά τηλέφωνα του σκάφους του λιμενικού αλλά δεν ξέρουμε αν ήταν καν τα κινητά που χρησιμοποιήθηκαν εκείνη την ημέρα. Το καταγγείλαμε, κάναμε αίτημα να διευρυνθεί η ποινική δίωξη. Το πόρισμα του Συνηγόρου εντόπισε παραλείψεις. Είναι θετικό ότι ασκήθηκε ποινική δίωξη σε 17 άτομα αλλά μένουν απέξω ανώτεροι αξιωματικοί του Λιμενικού που ήταν αρμόδιοι του κλάδου του επιχειρήσεων και ο τότε πλωτάρχης του κλάδου επιχειρήσεων που είναι ο νυν αρχηγός του Λιμενικού. Πριν τρεις μέρες κάναμε προσφυγή στον εισαγγελέα ζητώντας την άσκηση ποινικής δίωξης και εκείνων των αξιωματικών» είπε.
«Η άσκηση δίωξης στους 17 λιμενικούς είναι μια πρώτη νίκη»
Η δικηγόρος Κατερίνα Πουρναρά, από την Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ενημέρωσε για την άσκηση της ποινικής δίωξης στους 17 ανθρώπους του Λιμενικού.
«Η άσκηση ποινικής δίωξης σημαίνει πως κρίθηκε από τη εισαγγελέα του ναυτοδικείου ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής. Με την άσκηση της δίωξης οι ύποπτοι έγιναν κατηγορούμενοι. Και θα παρουσιαστούν ενώπιον του ανακριτή και στο τέλος της διαδικασίας ανάκρισης οι κατηγορούμενοι θα κριθεί αν θα είναι ελεύθεροι ή θα προφυλακιστούν. Δηλώνουμε ικανοποίηση για την άσκηση της δίωξης για τα 4 κακουργήματα. Με έναν τρόπο υπάρχει μια δικαίωση σε ένα πρώτο επίπεδο για τα θύματα με την άσκηση της δίωξης. Είναι ένα πρώτο βήμα που όσο φάνταζε αυτονόητο δεν ήταν τελικά. Είναι και μια νίκη του κινήματος αλληλεγγύης. Είναι νίκη όπως ήταν και η αθώωση των Αιγύπτιων που είχαν προφυλακιστεί. Αναγνωρίστηκαν οι επιζώντες ως πρόσφυγες. Αρωγοί ήταν και ο Συνήγορος του Πολίτη με το πόρισμά του και η κοινωνία των πολιτών και προηγούμενες αποφάσεις όπως αυτή του Φαρμακονησίου».
«Σκανδαλώδη κενά και παραλείψεις στοιχείων»
Από την πλευρά της, η Δήμητρα Λιναρδάκη, από την πρωτοβουλία δικηγόρων για την Πύλο, τόνισε πως μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει ουσιαστική και ενδελεχής διερεύνηση για όσα έγιναν στο ναυάγιο.
«Από την αρχή αυτής της διαδικασίας έχουμε ζητήσει να υπάρξουν ενέργειες συλλογής κρίσιμων αποδεικτικών. Τις καταγραφές και τις επικοινωνίες του Ενιαίου Κέντρου Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης (ΕΚΣΕΔ) με τα παραπλέοντα πλοία, με την Ιταλία, με το σκάφος που βούλιαξε. Τα δεδομένα από τις κάμερες και τα συστήματα καταγραφής του υπερσύγχρονου σκάφους του λιμενικού μας λένε ότι δε λειτουργούσαν. Το μαύρο κουτί του σκάφους δεν λειτουργούσε επίσης, σύμφωνα με όσα μας έχουν πει. Το VDR δεν λειτουργούσε. Το καταγραφικό για την ταχύτητα, τη θέση, τους ήχους από τη γέφυρα, όλα αυτά δεν υπάρχουν», υπογράμμισε.
«Παραμένει απορία μέχρι σήμερα για ποιο λόγο εστάλη αυτό το σκάφος για την επιχείρηση, δεδομένων όλων αυτών των ελλείψεων. Έχουμε ζητήσει τα δεδομένα καταγραφής από τα κινητά των επιζώντων. Τα κινητά τους εντοπίστηκαν αλλά η ανακριτική αρχή της Καλαμάτας έκρινε ότι είχαν πάρει νερά και δεν υπάρχει αξία στην διερεύνηση τους. Εισφέρθηκαν στη δικογραφία του ναυτοδικείου αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει εκδοθεί πόρισμα. Έχουμε ζητήσει να διερευνηθεί η ύπαρξη σκοινιού για ρυμούλκηση. Για τα αιτήματα ανάσυρσης δεν έγινε καμία προσπάθεια με τη δικαιολογία του μεγάλου βάθους του ναυαγίου. Αν οι επιζώντες δεν ήταν φτωχοί μετανάστες θα είχαν διαφορετική αντιμετώπιση» συνέχισε η κ. Λιναρδάκη.
«Από τον Δεκέμβριο του 2024 τονίσαμε και τα σκανδαλώδη κενά και τις παραλείψεις της δικογραφίας. Υπάρχει κενό από τις 23:34 ως τις 2:22 στις επικοινωνίες του ΕΚΣΕΔ, παρότι προκύπτει ότι οι επικοινωνίες έγιναν. Έλλειψη καταγραφής τις πρώτες 4 ώρες του περιστατικού. Παντελής έλλειψη καταγραφής των επικοινωνιών του σκάφους Αντριάνα. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο στη δικογραφία που να δείχνει ότι από το ΕΚΣΕΔ διεξήχθη μια ασφαλής επιχείρηση διάσωσης. Ούτε οι επικοινωνίες που εντοπίστηκαν τυχαία ερευνήθηκαν. Τον Δεκέμβρη καταθέσαμε μια αίτηση επέκτασης της ποινικής δίωξης ζητώντας διερεύνηση και κρίσιμων ανακριτικών πράξεων ως προς τις ενέργειες που δεν έχουν αποτυπωθεί. Άρση απορρήτου τηλεφωνικών επικοινωνιών των αρμόδιων οργάνων του ΕΚΣΕΔ. Σύνταξη προσταγμάτων από τη διεύθυνση εγκληματολογικών ερευνών. Κατάσχεση κινητών και άρση απορρήτου του πλοιάρχου και μελών του πληρώματος των παραπλεόντων πλοίων και τη συλλογή και διατήρηση δεδομένων του Καταγραφικού ταξιδιού των παραπλεόντων πλοίων. Ουδέποτε έγινε τίποτα από τα παραπάνω και κυρίως η άρση απορρήτου των 4 αξιωματικών που τέθηκε στο αρχείο η υπόθεση τους. Η διάταξη για το αρχείο δεν λαμβάνει υπόψη κρίσιμα στοιχεία της δικογραφίας και εδράζεται σε πλημμελή προκαταρκτική ως προς τη διενέργεια ανακριτικών πράξεων», κατέληξε.
«Κρίσιμο το πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη»
Η Ελένη Σπαθανά από την Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο, σημείωσε πως «Είναι κρίσιμο για τον επαναπροσδιορισμό και της προκαταρκτικής εξέτασης το πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη, το οποίο επικυρώνει, κατόπιν ενδελεχούς, εμπεριστατωμένης και δεσμευτικής έρευνας, το γεγονός ότι δεν υπήρξε επιχείρηση διάσωσης, παρά μόνο μετά τη βύθιση. Το πόρισμα καταλήγει στη σοβαρή πιθανολόγηση των ποινικών ευθυνών των επιτελικών στελεχών του Λιμενικού Σώματος ως προς την παράλειψη βοήθειας και έκθεση σε κίνδυνο με θανατηφόρο αποτέλεσμα, και την παραβίαση της απόλυτης υποχρέωσης προστασίας της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα, για την οποία αιτούμαστε δικαιοσύνη».
«Εσφαλμένη η εξαίρεση 4 ανώτατων αξιωματικών»
Τέλος, η Νατάσα Νταϊλιάνη, από το Legal Center Lesvos, τόνισε πως «Από το σύνολο των διαθέσιμων πληροφοριών για την διαχείριση του περιστατικού του αλιευτικού σκάφους Αντριάνα στις 13/06/2023 προκύπτει ότι υπήρχε αποδεδειγμένη κατάσταση κινδύνου και ανάγκη διάσωσης των επιβαινόντων, υπήρχαν τα μέσα, ο τρόπος και ο χρόνος. Δεν υπήρχε όμως, ως φαίνεται, βούληση. Η διάταξη που δεν περιλαμβάνει τους 4 ανώτερους αξιωματικούς αναφέρει ότι δεν προέκυπτε για αυτούς κάποια υποχρέωση από τις αρμοδιότητες που ορίζονται εκ του νόμου με βάση τα καθήκοντά τους. Η παραμονή τους στον χώρο του ΕΚΣΕΔ και η συνεχής ενημέρωση τους καθόλη τη διάρκεια του περιστατικού δεν αποτελεί ανάληψη δράσης σύμφωνα με τη διάταξη. Από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε αυτόβουλη ανάληψη ενεργειών ούτε ανάληψη ηγετικής θέσης της ασφάλειας των επιβαινόντων. Όλα αυτά κατά τη γνώμη μας είναι πλημμελώς αιτιολογημένα και εσφαλμένα. Και ενώ η διάταξη αναγνωρίζει την παρουσία τους δεν αναφέρει τι εγκρίθηκε και από ποιον ώστε να μπορεί να αξιολογηθεί το είδος της εμπλοκής και η αξιολόγηση του περιστατικού. Οι επιζώντες και οι συγγενείς των θυμάτων 2 χρόνια μετά, ζητούν, ανάληψη ευθυνών τιμωρία των ενόχων και δικαιοσύνη και είναι χρέος ενός κράτος δικαίου να την αποδώσει».