Έρευνα υπό τον συντονισμό του Solomon, σε συνεργασία με το αραβικό ερευνητικό δίκτυο ARIJ, την El País, την Die Tageszeitung (TAZ) και το The New Humanitarian αποκαλύπτει πως οι ελληνικές Αρχές είχαν ενημερωθεί από την Αίγυπτο πως οι εννέα από το ναυάγιο της Πύλου δεν ήταν μέλη του δικτύου διακίνησης – αλλά παρέμειναν επί ένα χρόνο στη φυλακή.
*Αρχική Δημοσίευση WeAreSolomon
Δεν ήταν διακινητές – και οι ελληνικές Αρχές το γνώριζαν. Αμέσως μετά το πολύνεκρο ναυάγιο της Πύλου, με βάση καταθέσεις που φέρουν ενδείξεις αλλοίωσης, οι ελληνικές Αρχές συνέλαβαν εννέα Αιγύπτιους επιζώντες, στους οποίους απέδωσαν κατηγορίες για διακίνηση των μεταναστών που είχαν ξεκινήσει από τη Λιβύη με προορισμό την Ιταλία.
Τους απέδωσαν επίσης την ευθύνη για την πρόκληση του ναυαγίου που οδήγησε στον θάνατο πάνω από 500 ανθρώπων. Αλλά πολύ σύντομα, μέσα σε ένα μήνα, η Ελλάδα είχε γνώση ότι οι εννέα Αιγύπτιοι δεν ανήκαν στο κύκλωμα που είχε οργανώσει την μεταφορά των μεταναστών.
Συγκεκριμένα, όπως αποκαλύπτει η πολύμηνη δημοσιογραφική έρευνα που συντόνισε το Solomon σε συνεργασία με το ARIJ, το μεγαλύτερο ερευνητικόδίκτυο στον αραβικό κόσμο, και δημοσιεύεται επίσης στην ισπανική εφημερίδα El País, τη γερμανική εφημερίδα Die Tageszeitung (TAZ) και το The New Humanitarian:
- Η αιγυπτιακή πλευρά κοινοποίησε στις ελληνικές Αρχές αναλυτική λίστα με τα μέλη του κυκλώματος, και τον διακριτό ρόλο του καθενός. Οι εννέα επιζώντες δεν περιλαμβάνονταν ανάμεσά τους,
- Η αιγυπτιακή πλευρά μοιράστηκε περαιτέρω ευρήματα των ερευνών της, που πιστοποιούσαν ότι οι εννέα δεν ήταν μέλη του κυκλώματος,
- Σε επίσημες καταθέσεις του στην Αιγυπτιακή Εισαγγελία, ο ανώτατος κρατικός αξιωματούχος της Αιγύπτου για την καταπολέμηση της διακίνησης μεταναστών εξέφρασε την βεβαιότητα, βάσει των ερευνών, ότι οι εννέα ήταν μεταφερόμενοι.
- Ο αξιωματούχος χαρακτήρισε τους εννέα «θύματα» των πραγματικών διακινητών, ακριβώς όπως και οι υπόλοιποι επιζώντες. Και υπογράμμισε πως οι εννέα κατηγορούμενοι είχαν επίσης πληρώσει μεταξύ 140.000-160.000 αιγυπτιακών λιρών για το ταξίδι (2.680-3.065 ευρώ).
Παρόλα αυτα, οι εννέα Αιγύπτιοι παρέμειναν προφυλακισμένοι επί σχεδόν ένα χρόνο. Βρίσκονταν αντιμέτωποι με ποινές εκατοντάδων ετών έκαστος, προτού το δικαστήριο της Καλαμάτας κρίνει ότι είναι αναρμόδιο να τους δικάσει και αφεθούν ελεύθεροι.
Η έρευνά μας αποκαλύπτει πως την ίδια στιγμή που, δημοσίως, η ελληνική κυβέρνηση πρόβαλε τη συνεργασία της με την Αίγυπτο για την καταπολέμηση των κυκλωμάτων διακίνησης, δεν αγνόησε απλώς τα κρίσιμα στοιχεία που εισέφερε η Αίγυπτος. Αλλά, σύμφωνα με τα αιγυπτιακά έγγραφα, η Ελλάδα αρνήθηκε να παράσχει στις αιγυπτιακές Αρχές τα στοιχεία που της ζητήθηκαν στο πλαίσιο της δικαστικής συνδρομής, για την διαλεύκανση ενός από τα φονικότερα ναυάγια που γνώρισε η Μεσόγειος τα τελευταία χρόνια.
Η στάση της ελληνικής πλευράς εμφανίζεται να παραβιάζει την διακρατική σύμβαση που υπογράφηκε ανάμεσα στις δύο χώρες πριν από σχεδόν 40 χρόνια, το 1986.
Οι έρευνες των αιγυπτιακών Αρχών
Το Solomon έχει καλύψει το ναυάγιο της Πύλου με σειρά ερευνών και ρεπορτάζ. Σε συνεργασία με ARIJ, El País, TAZ, και TNH αποκτήσαμε πρόσβαση σε περισσότερες από 700 σελίδες εσωτερικών εγγράφων της Αιγυπτιακής Εισαγγελίας, και των υπουργείων Εξωτερικών και Εσωτερικών της Αιγύπτου, οι οποίες συνθέτουν τον πλήρη φάκελο των ερευνών των αιγυπτιακών Αρχών για το κύκλωμα διακίνησης που οργάνωσε την μεταφορά των μεταναστών.
Τα έγγραφα πιστοποιούν: από τον Ιούλιο του 2023, μόλις ένα μήνα μετά το ναυάγιο, η Ελλάδα γνώριζε ότι οι αιγυπτιακές αρχές δεν θεωρούσαν τους εννέα μέρος του κυκλώματος διακίνησης.
Όταν στα μέσα Ιουνίου του 2023 έφτασε στην Αίγυπτο η είδηση της βύθισης του αλιευτικού, το ανθρωποκυνηγητό στη χώρα ξεκίνησε πολύ άμεσα. Σύμφωνα με τα έγγραφα, στις 25 Ιουνίου 2023 οι αιγυπτιακές Αρχές είχαν ήδη ταυτοποιήσει 31 άτομα, ενώ η σύλληψη ενός χαμηλόβαθμου μέλους εισέφερε τα ονόματα πέντε ακόμα Αιγυπτίων που θεωρείτο πως συμμετείχαν στο κύκλωμα.
Πέρα από την Αιγυπτιακή Εισαγγελία, που έλαβε εντολή να προχωρήσει την υπόθεση με απόλυτη προτεραιότητα, τις έρευνες συνέδραμε και η αιγυπτιακή Γενική Διεύθυνση για την Καταπολέμηση του Τράφικινγκ και της Διακίνησης Μεταναστών.
Στις 8 Ιουλίου 2023, ο γενικός Εισαγγελέας της Αιγύπτου επικοινώνησε με το ελληνικό υπουργείο Δικαιοσύνης. Ζήτησε αμοιβαία δικαστική συνδρομή στην υπόθεση, επικαλούμενος τη διμερή συμφωνία για συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις Ελλάδας – Αιγύπτου, που υπογράφηκε στις 22 Δεκεμβρίου του 1986.
Η αιγυπτιακή πλευρά απέστειλε όλες τις πληροφορίες που είχε συλλέξει για τη δομή και την στελέχωση του κυκλώματος διακίνησης, περιλαμβάνοντας τα ονόματα των μελών του δικτύου που είχαν ταυτοποιηθεί, καθώς και τους ρόλους τους. Κανένας από τους εννέα συλληφθέντες στην Ελλάδα δεν βρισκόταν μεταξύ των συνολικά 36 μελών που είχαν ταυτοποιηθεί.
Οι Αιγύπτιοι ζήτησαν αντίστοιχα από τις ελληνικές Αρχές να μοιραστούν τα ευρήματα των δικών τους ερευνών, πληροφορίες για τις συνθήκες του ναυαγίου, και τις καταθέσεις που έλαβαν από επιζώντες και κατηγορούμενους, προκειμένου «να φτάσουμε στην αλήθεια για αυτό το έγκλημα».
Τουλάχιστον έως και τα τέλη Αυγούστου, η Ελλάδα δεν είχε απαντήσει. Η αιγυπτιακή Εισαγγελία επανήλθε με νέο κατ’ επείγον αίτημα, ζητώντας από την Ελλάδα να μοιραστεί τα ευρήματα των δικών της ερευνών.
Η κατάθεση του επικεφαλής καταπολέμησης του τράφικινγκ
Από τα 36 άτομα που θεωρούνταν πιθανά μέλη του δικτύου, η αιγυπτιακή αστυνομία κατάφερε να συλλάβει 23. Τα υπόλοιπα 13 μέλη του δικτύου διέφυγαν στη Λιβύη.
Στις 30 Αυγούστου 2023, ενάμιση μήνα μετά το ναυάγιο, η αιγυπτιακή Εισαγγελία κάλεσε τον επικεφαλής της Διεύθυνσης για την καταπολέμηση της διακίνησης μεταναστών, προκειμένου να καταθέσει σχετικά με τις αστυνομικές έρευνες για την υπόθεση.
Σύμφωνα με τα πρακτικά από την κατάθεσή του, που είδε το Solomon, η Εισαγγελία τον ρώτησε για τη σχέση μεταξύ των εννέα κατηγορουμένων, που βρίσκονταν προφυλακισμένοι στην Ελλάδα, και των μελών του δικτύου που είχε συλλάβει η αιγυπτιακή Αστυνομία.
Ο επικεφαλής της υπηρεσίας εξέφρασε τη βεβαιότητά του πως οι εννέα δεν ήταν μέλη του κυκλώματος διακίνησης. «Από τις έρευνες διαπιστώθηκε ότι οι εννέα κατηγορούμενοι στην Ελλάδα είναι θύματα», είπε, ακριβώς όπως και οι υπόλοιποι μεταφερόμενοι μετανάστες. Δεν σχετίζονταν με το κύκλωμα.
Ο επικεφαλής είπε ακόμα πως η σχέση μεταξύ των εννέα επιζώντων «και του εγκληματικού κυκλώματος διακίνησης στην Αίγυπτο περιοριζόταν στην προσέλκυση τους από το κύκλωμα, και την εξαπάτησή τους αναφορικά με την απόκτηση ευκαιριών εργασίας σε μια ευρωπαϊκή χώρα, και αφορούσε στην διευκόλυνση του ταξιδιού τους». Συμπλήρωσε πως οι εννέα κατηγορούμενοι είχαν καταβάλει 140.000-160.000 αιγυπτιακές λίρες έκαστος, όπως οι υπόλοιποι μεταφερόμενοι.
Στις καταθέσεις τους στις αιγυπτιακές Αρχές, τα μέλη του δικτύου που συνελήφθησαν στην Αίγυπτο επίσης αρνούνται ρητά ότι οι εννέα Αιγύπτιοι αποτελούσαν συνεργάτες τους.
Άρνηση συνδρομής από την Ελλάδα
Από την έρευνα του Solomon προκύπτει πως το ελληνικό υπουργείο Δικαιοσύνης προώθησε τα ευρήματα των αιγυπτιακών Αρχών στην Εισαγγελία Εφετών της Καλαμάτας, που επόπτευε την ανάκριση για το ναυάγιο.
Στα εσωτερικά τους έγγραφα, οι αιγυπτιακές Αρχές αναφέρουν ότι οι ελληνικές Αρχές δεν απάντησαν άμεσα ούτε στο δεύτερο αίτημα της Αιγύπτου. Όταν τελικά η Ελλάδα ανταποκρίθηκε, η απάντηση ήταν αρνητική.
Σε εσωτερική συνάντηση που έλαβε χώρα στις 20 Σεπτεμβρίου 2023, η αιγυπτιακή Εισαγγελία ενημέρωσε πως η Ελλάδα είχε απαντήσει ότι το αίτημα της Αιγύπτου δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί «αυτή τη στιγμή», με την αιτιολογία ότι η «υπόθεση [στην Ελλάδα] έχει παραπεμφθεί στο αρμόδιο Δικαστήριο». Δεν είναι σαφές εάν οι ελληνικές Αρχές ανταποκρίθηκαν σε δεύτερο χρόνο.
Αποστείλαμε ερωτήματα στις ελληνικές Αρχές και τους ζητήσαμε να σχολιάσουν τα ευρήματα της έρευνας. Μέχρι και την ώρα της δημοσίευσης, οι ελληνικές Αρχές δεν είχαν ανταποκριθεί στο αίτημά μας.
Στο μεταξύ, στα τέλη Αυγούστου, στην Ελλάδα ταξίδεψε διπλωματική αποστολή του αιγυπτιακού κράτους, που συνάντησε τους οκτώ κατηγορούμενους στη φυλακή του Ναυπλίου (ο ένατος κρατούνταν στον Αυλώνα).
Το Solomon είδε το υπόμνημα που συνέταξε η αποστολή, στην οποία επικεφαλής ήταν ο βοηθός υπουργός Εξωτερικών για προξενικές υποθέσεις και Αιγύπτιους πολίτες στο εξωτερικό. Στο υπόμνημα υποστηρίζεται ότι οι ελληνικές Αρχές κατηγόρησαν τους εννέα Αιγυπτίους «σε μια προσπάθεια να στρέψουν μακριά την προσοχή από τον δικό τους ρόλο» στην πρόκληση του ναυαγίου.
Οι ελληνικές Αρχές, συμπληρώνεται στο εσωτερικό έγγραφο, «έχουν καθυστερήσει έως και τώρα την εξέταση των τηλεφώνων των επιζώντων, η οποία καταρρίπτει το αφήγημα που παρουσιάζουν για τις συνθήκες του περιστατικού».
Επιζώντες του ναυαγίου είχαν υποστηρίξει πως το ελληνικό Λιμενικό επιχείρησε να ρυμουλκήσει το σκάφος τους με ένα μπλε σχοινί, οδηγώντας στην ανατροπή και βύθισή του. Στο πλαίσιο προηγούμενης έρευνας του Solomon σε συνεργασία με Guardian, Forensis και ARD είχαμε καταγράψει το μπλε σχοινί που χρησιμοποιούσε το συγκεκριμένο σκάφος του Λιμενικού. Έως και σήμερα, το Λιμενικό αρνείται πως υπήρξε ρυμούλκηση.
Στη φυλακή
Στις 14 Ιουνίου 2023, η μητέρα του Άχμεντ Άντελ βρισκόταν στο σπίτι της, σε ένα μικρό χωριό στο Κυβερνείο Αλ Σαρκία, περίπου 80 χλμ από το Κάιρο, όταν ενημερώθηκε για το ναυάγιο από το Facebook.
«Ούρλιαξα, δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ψάξαμε στο Διαδίκτυο για να βρούμε φωτογραφίες όσων επέζησαν και όσων πέθαναν», είπε στο Solomon και το iMedD τον περασμένο Μάιο από το ίδιο φτωχικό σπίτι, όπου έξι μέλη της οικογένειας μοιράζονται έναν μικρό χώρο με δύο δωμάτια, μια μικρή κουζίνα και μια τουαλέτα.
Εντόπιζαν στο διαδίκτυο φωτογραφίες των επιζώντων και τις μεγέθυναν, αναζητώντας τον Άχμεντ. Σε μια φωτογραφία από την θαλαμηγό Mayan Queen, που μετέφερε τους 104 διασωθέντες στο λιμάνι της Καλαμάτας, διέκριναν τον ξάδερφό του, Χούσαμ. Ήταν τυλιγμένος με μια κουβέρτα, γιατί είχε χάσει όλα του τα ρούχα στο νερό, στην προσπάθειά του να μείνει στην επιφάνεια.
Στην συνέχεια, εντόπισαν ένα βίντεο με τον ξάδερφο του Άχμεντ στο Facebook. «Εκείνος έλεγε: ο Άχμεντ και εγώ είμαστε ζωντανοί, αλλά ο φίλος μας ο Αμπντουλάχ πνίγηκε», λέει η μητέρα του Άχμεντ.
Δύο ημέρες αργότερα, το Πρώτο Θέμα δημοσίευσε φωτογραφίες των εννέα συλληφθέντων που στη συνέχεια θα μείνουν γνωστοί ως «Οι Εννέα της Πύλου» – οι φωτογραφίες ορισμένων ήταν μέσα από το νοσοκομείο της Καλαμάτας, όπου νοσηλεύονταν. Σε μια από τις φωτογραφίες εμφανίζεται ένας άνδρας, μετά τη σύλληψή του, μέσα σε περιπολικό της ελληνικής αστυνομίας. Η μητέρα του αναγνώρισε τον Άχμεντ από τα χέρια του.
Η υγεία της πήρε την κάτω βόλτα. Λέει πως για τέσσερις μήνες δεν μπορούσε να σηκωθεί από το κρεβάτι. Φορούσε μόνο μαύρα, είδε τον πατέρα του Άχμεντ να κλαίει για πρώτη φορά στην ενήλικη ζωή του. Ο Άχμεντ έπαιρνε τηλέφωνο από τη φυλακή όσο συχνά μπορούσε. Όλη η οικογένεια τσόνταρε για τα έξοδα της γυναίκας και των παιδιών του, ηλικίας τριών, εννέα και 14 ετών.
Ο μεγαλύτερος από τους εννέα Αιγυπτίους που κατηγορήθηκαν για διακίνηση γεννήθηκε το 1983. Ο μικρότερος το 2003. Ο Άχμεντ είναι 32 ετών και πριν φύγει από την Αίγυπτο δούλευε ως οικοδόμος, όπως ο πατέρας του.
Η σύζυγός του, Χόντα, είπε στο Solomon ότι ο Άχμεντ ήθελε να πάει στην Ιταλία για να στηρίξει την οικογένειά του. Είχε προηγηθεί ένα γεγονός που τον συνέτριψε: η οικογένεια είχε αποκτήσει ένα αγόρι, που γεννήθηκε με αναπνευστικό πρόβλημα. Έπρεπε να μπει σε θερμοκοιτίδα, διαθέσιμη μόνο σε ιδιωτικά νοσοκομεία, που η οικογένεια δεν είχε δυνατότητα να πληρώσει.
Το παιδί πέθανε. Έκτοτε μόνη σκέψη του Άχμεντ ήταν να φύγει για να εξασφαλίσει το μέλλον των υπόλοιπων παιδιών του. Οι φίλοι του είχαν ακούσει πως μπορούσε να ταξιδέψει παράνομα μέσω Λιβύης. Έτσι έφυγε από το χωριό με τον ξάδερφό του και έναν φίλο τους.
Για να πληρώσουν τις 140.000 χιλιάδες αιγυπτιακές λίρες στους διακινητές, η Χόντα λέει πως πούλησε τη βέρα της, η μητέρα του Άχμεντ ένα άλλο κόσμημα. Δανείστηκαν χρήματα από γείτονες, τα οποία λένε πως εξακολουθούν να χρωστούν.
Ο Άχμεντ παρέμεινε στη Λιβύη για δύο εβδομάδες, πριν ξεκινήσουν το ταξίδι για την Ιταλία. Οι δικοί του λένε πως ο Άχμεντ φοβόταν τους διακινητές και ήθελε να γυρίσει πίσω. Πριν επιβιβαστεί στο αλιευτικό, τους έστειλε ένα ηχητικό μήνυμα, το οποίο βρίσκεται στη κατοχή του Solomon: «Μην ανησυχείτε για εμάς. Εγώ, ο Χούσαμ, και ο Αμπντουλάχ είμαστε καλά».
Ο Αμπντουλάχ έχασε τη ζωή του στο ναυάγιο.
«Επικοινωνώ για να πληρώσουμε»
Στο πλαίσιο της κοινής έρευνας του Solomon με το ARIJ, την El País, την TAZ, και το TNH εξετάσαμε δεκάδες φωνητικά και γραπτά μηνύματα που αντάλλαξαν τα μέλη της οικογένειας του Άχμεντ με δύο διακινητές στην Αίγυπτο και τη Λιβύη.
Σε ένα από αυτά αναφέρεται: «Θέλω να επικοινωνήσω μαζί σου για να δώσουμε τα χρήματα». Ξάδερφος του Άχμεντ, τον οποίο συναντήσαμε στην Αίγυπτο, εμφανίζεται να επικοινωνεί με ένα μέλος του δικτύου στη Λιβύη για να κανονίσουν την πληρωμή του Άχμεντ, του ξαδέρφου του, και του φίλου τους.
Εξετάσαμε επίσης μηνύματα και οπτικό υλικό που τοποθετεί τον Άχμεντ σε μια αποθήκη στη Λιβύη, στην οποία μετανάστες παρέμεναν στοιβαγμένοι σε ασφυκτικές συνθήκες για πολλές μέρες πριν επιβιβαστούν στο σκάφος. Διακινητής φέρεται να επικοινωνεί με τους συγγενείς του, παρέχοντας αποδείξεις πως ο Άχμεντ βρίσκεται εκεί προκειμένου να καταβάλουν την πληρωμή για το επικείμενο ταξίδι του.
Κατά την προετοιμασία για την δίκη των εννέα στις 21 Μαΐου 2024, η πλευρά της υπεράσπισης είχε συγκεντρώσει πλήθος στοιχείων που φέρονται να επιβεβαιώνουν πως οι κατηγορούμενοι δεν ήταν μέλη του κυκλώματος διακίνησης. Είχαν επίσης συγκεντρώσει στοιχεία γύρω από τα αίτια της πρόκλησης του ναυαγίου, τα οποία ανεξάρτητες μεταξύ τους δημοσιογραφικές έρευνες αποδίδουν σε απόπειρα ρυμούλκησης του αλιευτικού από το σκάφος του Λιμενικού.
Αλλά δεν δόθηκε η ευκαιρία να παρουσιαστούν στο κοινό τα στοιχεία. Το δικαστήριο της Καλαμάτας έκρινε εαυτόν αναρμόδιο και τους εννέα αθώους. Η συνήγορος υπεράσπισης, Έφη Δούση, αναρωτήθηκε γιατί η ίδια ένσταση για αναρμοδιότητα του δικαστηρίου, που είχε υποβληθεί δέκα μήνες νωρίτερα, δεν είχε γίνει δεκτή.
Παράλληλα, σχολίασε πως η απόφαση «αν και νομικά ορθή, ωφελεί τα συμφέροντα του ελληνικού κράτους». Με αυτόν τον τρόπο, συμπλήρωσε, «το τι ακριβώς συνέβη και γιατί δεν ακολουθήθηκε μια νόμιμη διαδικασία δεν αποκαλύφθηκε σε δημόσια διαδικασία, σε χιλιάδες δημοσιογράφους, σε δεκάδες παρατηρητές».
«Έτρεξα στο δρόμο χωρίς τη μαντήλα»
Αναμένοντας με αγωνία τη δίκη των εννέα επιζώντων, στις 21 Μαΐου 2024, η οικογένεια του Άχμεντ είχε ελάχιστες ελπίδες πως η έκβαση θα ήταν θετική.
Όταν η μητέρα του Άχμεντ έμαθε τα νέα της αθώωσης του γιου της, λέει, έτρεξε στο δρόμο δίχως να φορά τη μαντήλα της, και φωνάζοντας: «Ο γιος μου αθωώθηκε, ο γιος μου αθωώθηκε!».
Μετά έβγαλε τα μαύρα που φορούσε για έντεκα μήνες και κέρασε τους γείτονες χυμό. Όσο ο Άχμεντ βρισκόταν προφυλακισμένος, η οικογένειά του έκανε συχνά αναρτήσεις στο Facebook εκφράζοντας την επιμονή της πως ο Άχμεντ ήταν αθώος. Ήταν απλώς ένας εργάτης, έλεγαν, και ήταν τίμιος.
Με το άκουσμα των νέων, η οικογένεια χαρούμενη έβγαλε φωτογραφίες και τις ανέβασε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η μητέρα του Άχμεντ στρώθηκε στην κουζίνα για να φτιάξει ρυζόγαλο.
Στην αιγυπτιακή κουλτούρα, συνηθίζεται να κερνάει κανείς αυτό το είδος γλυκών τους γύρω του, όταν στην οικογένεια υπάρχει γέννα ή κάποιο μέλος της παντρεύεται. Όταν δηλαδή υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη χαρά.