*Αναδημοσίευση από Η Καθημερινή
Ένα χρόνο μετά το πολύνεκρο ναυάγιο της Πύλου, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Καλαμάτας έπαυσε χθες την ποινική δίωξη και αθώωσε τους εννέα Αιγύπτιους διασωθέντες, κρίνοντας ότι είναι αναρμόδιο να δικάσει την υπόθεση λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας, καθώς το πλοίο βυθίστηκε σε διεθνή ύδατα.
Μετά την ανατροπή του υπερφορτωμένου αλιευτικού σκάφους τα ξημερώματα της 14ης Ιουνίου 2023, διασώθηκαν 104 άνθρωποι και εντοπίστηκαν 81 σοροί. Από τις μαρτυρίες επιβατών εκτιμάται ότι τα θύματα ήταν περισσότερα και ότι με το σκάφος ταξίδευαν εκατοντάδες άτομα. Εννέα από τους διασωθέντες συνελήφθησαν αντιμετωπίζοντας βαριές κατηγορίες για πρόκληση ναυαγίου και παράνομη μεταφορά.
Από την πρώτη στιγμή οι συνήγοροι υπεράσπισης είχαν υποστηρίξει ότι τα ελληνικά δικαστήρια ήταν αναρμόδια να κρίνουν την υπόθεση. Το σκάφος δεν είχε εισέλθει σε ελληνικά χωρικά ύδατα, δεν έφερε ελληνική σημαία και το ναυάγιο σημειώθηκε 47 ναυτικά μίλια νοτιοδυτικώς της Πύλου, σε διεθνή ύδατα. Ακόμη σημείωναν ότι προορισμός του αλιευτικού μετά την αναχώρησή του από το Τομπρούκ της Λιβύης ήταν η Ιταλία και όχι η Ελλάδα.
Αυτά τα στοιχεία ήταν ήδη γνωστά κατά την προδικασία και προέκυπταν τόσο από μαρτυρίες διασωθέντων και καταθέσεις λιμενικών, όσο και από τα διαθέσιμα στίγματα για τις θέσεις του σκάφους και το σημείο βύθισής του. Ενδεικτικά, ήδη από τις 15 Ιουνίου 2023 υπήρχε διαθέσιμη η μαρτυρική κατάθεση του κυβερνήτη του λιμενικού σκάφους «920», στην οποία ανέφερε το ακριβές σημείο του ναυαγίου. Ωστόσο, κρίθηκε ότι η υπόθεση έπρεπε να παραπεμφθεί στο ακροατήριο για να εξεταστεί εκεί το ζήτημα της δικαιοδοσίας.
«Το αγνώστων στοιχείων πλωτό μέσο δεν είχε εισέλθει στην ελληνική αιγιαλίτιδα ζώνη, αλλά έπλεε στην ανοιχτή θάλασσα με σκοπό να συνεχίσει το ταξίδι του προς την Ιταλία», υποστήριζαν μεταξύ άλλων οι συνήγοροι υπεράσπισης στην ένστασή τους.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Καλαμάτας στάθηκε χθες σ’ αυτό το ζήτημα, ρωτώντας τόσο τον κυβερνήτη του λιμενικού σκάφους «920» όσο και τους κατηγορουμένους εάν το αλιευτικό σκάφος εισήλθε σε ελληνικά χωρικά ύδατα ή εάν υπήρχε πρόθεση να πλεύσουν προς ελληνικό έδαφος. Αξιολογώντας τις απαντήσεις τους, καθώς και τα δεδομένα που ήταν ήδη γνωστά από τη δικογραφία, οι δικαστές συντάχθηκαν με την εισαγγελική πρόταση, έπαυσαν την ποινική δίωξη κατά των εννέα για τα αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης και πρόκλησης ναυαγίου και τους αθώωσαν για παράνομη μεταφορά μεταναστών και παράνομη είσοδο στη χώρα.
«Το δικαστήριο στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Ηταν μια ορθή κρίση», λέει στην «Κ» η δικηγόρος Νατάσα Νταϊλιάνη, μία εκ των συνηγόρων υπεράσπισης των εννέα Αιγυπτίων. «Από όλα τα στοιχεία προέκυψε ξεκάθαρα ότι όλα συνέβησαν σε διεθνή ύδατα και δεν υπήρχε ελληνική δικαιοδοσία, ενώ καμία από τις κατηγορίες δεν ενέπιπτε στις εξαιρέσεις του νόμου. Το πλοίο δεν είχε σκοπό να εισέλθει σε ελληνικά ύδατα ούτε είχε προορισμό την Ελλάδα».
Στο ίδιο μήκος κύματος η συνάδελφός της, Εφη Δούση, κάνει λόγο για μια δίκαιη απόφαση. «Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η διερεύνηση των πραγματικών αιτίων του ναυαγίου και της απώλειας εκατοντάδων ανθρώπων παραμένει ανοιχτή και οι εννέα απαλλαχθέντες επιζώντες ζητούν ακόμη δικαίωση», προσθέτει.
Σύμφωνα με μαρτυρίες διασωθέντων, πριν από τη βύθιση είχε προηγηθεί απόπειρα ρυμούλκησης του αλιευτικού από το λιμενικό σκάφος που βρισκόταν στο σημείο. Εκκρεμεί ακόμη η εξέταση της υπόθεσης στο σκέλος της δράσης των λιμενικών, ώστε να διαπιστωθούν οι ενέργειές τους εκείνη τη νύχτα.
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που ελληνικό δικαστήριο κρίνει πως είναι αναρμόδιο στην εξέταση μιας υπόθεσης η οποία εκτυλίχθηκε σε διεθνή ύδατα. Λίγες ημέρες μετά το ναυάγιο της Πύλου, η «Κ» είχε παρουσιάσει μια σχετική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Ρόδου. Αφορούσε μια βάρκα που είχε αναχωρήσει από τον Λίβανο με 172 επιβάτες και η μηχανή της έπαυσε να λειτουργεί 70 ναυτικά μίλια νοτιοανατολικά της Καρπάθου. Ακολούθησε εισροή υδάτων και οι μετανάστες τότε διασώθηκαν όλοι από το φορτηγό πλοίο μαλτέζικης σημαίας «Freedom Line». Βρίσκονταν ακόμη σε διεθνή ύδατα όταν πραγματοποιήθηκε η διάσωση, ενώ προορισμός τους και σε αυτή την περίπτωση ήταν η Ιταλία.
Εξι επιβάτες της βάρκας, εκ των οποίων τέσσερις είναι μέλη της ίδιας οικογένειας και ταξίδευαν μαζί με άλλους συγγενείς τους, θεωρήθηκε ότι είχαν διακριτούς ρόλους στο δρομολόγιο. Κάποιος φέρεται να ήταν καπετάνιος, άλλοι παρακολουθούσαν το στίγμα του πλοίου στο GPS ή μοίραζαν τρόφιμα στους επιβάτες.
Οταν παραπέμφθηκε η υπόθεση στο δικαστήριο, όπως και στην περίπτωση της Πύλου, οι συνήγοροι της υπεράσπισης υπέβαλαν ένσταση περί έλλειψης διεθνούς δικαιοδοσίας, η οποία έγινε δεκτή από την έδρα.
Οι εννέα Αιγύπτιοι που είχαν κατηγορηθεί για το ναυάγιο της Πύλου, σύμφωνα με τους συνηγόρους τους, έχουν συγγενείς τους που διαμένουν στην Ιταλία και κάποιοι εξ αυτών ταξίδευαν στο ίδιο σκάφος με ξαδέρφια τους που επέζησαν και φίλους τους οι οποίοι χάθηκαν.
Πειστήρια
Μετά την ολοκλήρωση της επιχείρησης διάσωσης στα ανοιχτά της Πύλου οι Αρχές κατάσχεσαν 21 κινητά τηλέφωνα που ανήκαν σε επιβάτες του αλιευτικού. Αυτά παραμένουν σήμερα ως πειστήρια στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Καλαμάτας, αλλά δεν έχουν εξεταστεί για να διαπιστωθεί εάν διασώθηκαν αρχεία τους τα οποία θα μπορούσαν να εισφέρουν νέα στοιχεία στην υπόθεση για όσα συνέβησαν τη βραδιά του ναυαγίου.