O Αχμέντ Αλκουαράμπ τόνισε πως στο πρακτορείο Reuters πως δεν προκάλεσε το ναυάγιο και αναφέρθηκε στους λόγους που τον υποχρέωσαν να κάνει το μοιραίο ταξίδι.
*Αναδημοσίευση από Huffington Post
Ο Αχμέντ Αλκουάραμπ ένας από τους εννέα Αιγύπτιους που κατηγορούνται ότι προκάλεσαν το πολύνεκρο ναυάγιο στα ανοικτά της Πύλου, μίλησε στο πρακτορείο Reuters μετά την απόσυρση των κατηγοριών από το δικαστήριο της Καλαμάτας.
Ο 41χρονος Αιγύπτιος νόμιζε ότι τα βάνασά του είχαν τελειώσει τον περασμένο Ιούνιο, όταν επέζησε από ένα από τα πιο θανατηφόρα ναυάγια που έχουν καταγραφεί ποτέ στη Μεσόγειο Θάλασσα και τελικά πάτησε το πόδι του σε ευρωπαϊκό έδαφος, αναφέρει το Reuters.
Ωστόσο, λίγες ώρες μετά την ανατροπή της αλιευτικής μηχανότρατας Adriana που μετέφερε εκατοντάδες μετανάστες, ο Αιγύπτιος ελαιοχρωματιστής βρέθηκε να ανακρίνεται από τις αρχές της χώρας, οι οποίες στη συνέχεια κατηγόρησαν αυτόν και άλλους οκτώ για διακίνηση ανθρώπων και πρόκληση του ναυαγίου.
Αν καταδικαζόταν, θα αντιμετώπιζε ισόβια κάθειρξη.
«Όταν με έβαλαν σε ένα δωμάτιο μόνο μου και με έκλεισαν μέσα, άρχισε ο φόβος. Τι συμβαίνει; Τι συνέβη; Έκανα τίποτα;» δήλωσε στο Reuters.
«Μας λένε ότι είμαστε λαθρέμποροι. Διακινητές ανθρώπων; Όχι, όχι, όχι, όχι, όχι – δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα».
Οι συλλήψεις τους προκάλεσαν την οργή διεθνών ομάδων για τα δικαιώματα, οι οποίες δήλωσαν ότι οι μετανάστες χρησιμοποιούνται ως αποδιοπομπαίοι τράγοι για λάθη του λιμενικού και ότι η υπόθεση εναντίον τους ήταν σαθρή.
Ο Αλκουάραμπ και οι άλλοι 8 κατηγορούμενοι πέρασαν 11 μήνες σε προφυλάκιση περιμένοντας την ευκαιρία να υποστηρίξουν την αθωότητά τους. Όταν ήρθε αυτή η ευκαιρία τον περασμένο μήνα, ο δικαστής απέρριψε την υπόθεση μέσα σε λίγες ώρες, επιτρέποντας στους άνδρες να κυκλοφορήσουν ελεύθεροι.
Ο ίδιος και οι άλλοι κατηγορήθηκαν ότι αποτελούσαν μέρος του πληρώματος του πλοίου, μοίραζαν νερό στους επιβάτες και ότι επισκεύαζαν πράγματα στο πλοίο. Ο ίδιος το αρνείται αυτό.
Μάλιστα είναι η πρώτη φορά που κάποιος από τους κατηγορούμενους μιλάει δημόσια για τη δοκιμασία του.
«Δεν το έκανα εγώ. Ούτε έδωσα σε κανέναν μια χούφτα νερό, ούτε έφτιαξα μια βάρκα ή κατέβηκα στη μηχανή».
«Θέλω να ζήσω νόμιμα στην Ελλάδα»
Ο Αλκουάραμπ δήλωσε ότι η φτώχεια τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την πόλη Σαντάτ στην Αίγυπτο.
Το μικρότερο από τα τρία παιδιά του γεννήθηκε με μια πάθηση στους πνεύμονες που απαιτούσε ακριβή θεραπεία, την οποία δεν μπορούσε να πληρώσει παρότι έκανε δύο δουλειές.
Ήλπιζε να επανενωθεί με τον αδελφό του στην Ιταλία και να βρει δουλειά και δανείστηκε 140.000 αιγυπτιακές λίρες (2.700 ευρώ) από φίλους για να πληρώσει το ταξίδι.
Ο Αλκουάραμπ ξέσπασε σε λυγμούς καθώς αφηγούνταν το χρόνο του στη φυλακή, πόσο του λείπουν τα παιδά του που μεγαλώνουν χωρίς εκείνον και τις πρώτες λέξεις του γιου του, Oμάρ. Είπε πως δεν αλληλεπιδρούσε με τους δεσμοφύλακες των φυλακών Ναυπλίου. Οι συγκρατούμενοι του είπαν ότι δεν υπήρχε περίπτωση να αποφυλακιστούν ποτέ.
Τα σύντομα τηλεφωνήματα με την οικογένειά του τον κρατούσαν σε εγρήγορση. Του έλεγαν να προσέχει τον εαυτό του και ότι ο Θεός δεν θα τον ξεχνούσε.
«Αυτό που με πλήγωσε περισσότερο ήταν ότι ο Ομάρ με αποκαλούσε “μπαμπά” όταν ήμουν στη φυλακή», είπε ο Αλκουάραμπ .
«Η πιο ευτυχισμένη μέρα μέσα σε 11 μήνες ήταν όταν βγήκα αθώος. Μια μέρα σε 11 μήνες».
Ο Αλκουάραμπ διαμένει τώρα στην Αθήνα περιμένοντας απάντηση στο αίτημά του για άσυλο. Δεν αισθάνεται ακόμη πλήρως ελεύθερος.
«Πραγματικά επιθυμώ να γίνω νόμιμος σε αυτή τη χώρα», δήλωσε ο Αλκουάραμπ . «Να αποδείξω σε όλους ότι είμαστε εδώ για κάποιο σκοπό, να κάνουμε κάτι για να αλλάξουμε τη ζωή μας».